Η Επιτροπή Γραμμάτων και Τεχνών του Πολιτιστικού Κέντρου Εργαζομένων ΕΥΔΑΠ, διοργανώνει επίσκεψη στον Αρχαιολογικό χώρο της Νεμέας, την Κυριακή 4 Νοέμβρη 2018, με ξενάγηση.
- Αναχώρηση το πρωί 8.00 π.μ. από το Σύνταγμα, μπροστά στον Άγνωστο Στρατιώτη.
- Φαγητό και καφές στο Κιάτο
- Αποχώρηση το απόγευμα 17:00
- Κόστος συμμετοχής: 13 € για ενήλικες, 8 € για παιδιά έως 14 ετών.
- Η είσοδος στον αρχαιολογικό χώρο δωρεάν.
Δηλώσεις συμμετοχής με ταυτόχρονη καταβολή της συμμετοχής έως την Δευτέρα 29 Οκτώβρη 2018 στους συναδέλφους:
- Μαίρη Πλιάτσικα 210.214.4018 ΠΕΡΙΣΣΟΣ
- Μιχάλη Βρούτση 210.749.5792 ΑΘΗΝΑΣ
- Χάρη Χρονόπουλο 210.749.5260 ΛΑΟΔΙΚΕΙΑΣ
- Ευαγγελία Μαύρου 210.214.4795 ΓΑΛΑΤΣΙΟΥ
Θα τηρηθεί αυστηρά σειρά προτεραιότητας.
ΙΣΤΟΡΙΚΟ
Η Σικυωνία ήταν η χώρα που καταλάμβανε το κράτος της Σικυώνας. Ανατολικά συνόρευε με την αρχαία Κορινθία, νότια με τον Φλειούντα, δυτικά με το κράτος της αχαϊκής πόλης Πελλήνης και βόρεια βρέχονταν από τον Κορινθιακό κόλπο. Κύριος ποταμός της Σικυωνίας ήταν ο Ασωπός εκ του οποίου η χώρα αυτή ονομάζονταν επίσης Ασωπία ή και Παρασωπία. Κυριότερες πόλεις της χώρας αυτής εκτός της Σικυώνας ήταν η Τιτάνη, η Δονούσα, η Επιείκεια, η Εφήρα, η Θυαμία και η Φαιβία. Κύριος λιμένας της Σικυωνίας ήταν ο λιμένας της Σικυώνας που βρισκόταν στις εκβολές του Ασωπού.
Κατά τους μυθικούς χρόνους η Αιγιάλεια υπαγόταν στον Βασιλιά του Άργους Άδραστο και στη συνέχεια στον Αγαμέμνονα των Μυκηνών. Στη Κάθοδο των Ηρακλειδών ή Δωριέων κατελήφθη απ΄ αυτούς όπου και δημιουργήθηκαν τέσσερις φυλές, τρεις από τους κατακτητές και μία η γηγενής, των Ιώνων. Στη τάξη των τελευταίων στηρίχθηκαν αργότερα οι Ορθαγορίδες και απελευθέρωσαν την πόλη τον 7ο αιώνα π.Χ. Από τις πηγές αντλούμε την πληροφορία ότι ο Ορθαγόρας, ο μελλοντικός τύραννος της Σικυώνας, επέδειξε εξαιρετικές πολεμικές ικανότητες κατά την υπεράσπιση της πόλης του ως υπεύθυνος περιπολίας. Οι Σικυώνιοι μετά την αποτροπή του κινδύνου τού απέδοσαν το αξίωμα του πολέμαρχου, αξίωμα που του άνοιξε τον δρόμο για την επιβολή της τυραννίδος στην Σικυώνα. Αυτόν διαδέχθηκε ο γιος του Μύρων που όταν δολοφονήθηκε από τον αδελφό του Ισόδαμο ανέλαβε ο Κλεισθένης. Η περίοδος των Ορθαγοριδών διήρκεσε 100 χρόνια από το 640 μέχρι το 540 π.Χ., κατά δε τον Ηρόδοτο μέχρι το 510 π.Χ. Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη οι Ορθαγορίδες “τοις αρχομένοις εχρώντο μετρίως και πολλά τοις νόμοις εδούλευον”. Ειδικότερα κατά την βασιλεία του Κλεισθένη η Σικυώνα γνώρισε μεγάλη ακμή στο εμπόριο, τα γράμματα, την οικονομία κ.λπ.. Δημιουργικός και νεωτεριστής πολιτικός ο Κλεισθένης επέφερε σπουδαίες μεταρρυθμίσεις και αύξησε την πολιτική ισχύ της πατρίδας του. Αναλαμβάνοντας μάλιστα αρχιστράτηγος στον πρώτο Ιερό πόλεμο σύντριψε τη δύναμη της πόλης Κρίσας της Φωκίδας. Έτσι προστατεύοντας την πόλη του κόσμησε αυτή με πολλά πλούσια ιωνικά κτίρια. Η Αυλή του υπήρξε από τα μεγαλύτερα τότε καλλιτεχνικά και πνευματικά κέντρα φιλοσόφων ποιητών ρητόρων κ.λπ. του ελλαδικού χώρου. Κυβέρνησε 31 χρόνια και οι νόμοι του διατηρήθηκαν επί 60 χρόνια. Μετά τον θάνατό του η πόλη παρήκμασε. Μετά δε και τον τελευταίο τύραννο Αισχίνη, οι Σπαρτιάτες περιέλαβαν την Σικυώνα στην ηγεμονία τους.
Μετά την πτώση της δυναστείας των Ορθαγορίδων η Σικυώνα προσκολλήθηκε στην Σπάρτη η οποία είχε συμβάλλει στην πτώση της τυραννίας. Η πόλη εντάχθηκε στην Πελοποννησιακή συμμαχία και συμμετείχε στους Περσικούς πολέμους. Παρέμεινε συνδεδεμένη με την Σπαρτιατική εξωτερική πολιτική σ’ όλη την διάρκεια του 5ου αιώνα π.Χ. Την περίοδο της Θηβαΐκής ηγεμονίας, η πόλη έγινε σύμμαχος της Θήβας. Την περίοδο αυτή κατέλαβε την εξουσία της πόλης με την βοήθεια των Θηβαίων ο Εύφρων ο οποίος εγκατέστησε τυραννία. Η σκληρή του διακυβέρνησή τον έφερε σύντομα αντιμέτωπο με αντιπάλους και πρώην συμμάχους στο τέλος αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την πόλη. Τον διαδέχτηκε ο γιος του Αντέας ο οποίος κυβέρνηση μέχρι την κατάληψη της πόλης από τους Μακεδόνες οπότε η πόλη διοικήθηκε για ένα διάστημα από Μακεδόνες τοποτηρητές. Το 303 π.Χ. ο Δημήτριος ο Πολιορκητής κατέλαβε την πόλη και την μετέφερε την πόλη μακριά από την θάλασσα σε πιο ασφαλή θέση, όπου και έλαβε το νέο όνομα Δημητριάς, όνομα το οποίο δεν επικράτησε.
Στο επόμενο διάστημα στην πόλη επικράτησαν ταραχές που οδήγησαν τελικά στην άνοδό μιας νέας δυναστείας τυράννων. Η νέα περίοδος της τυραννίας έληξε όταν ο στρατηγός Άρατος με μία δύναμη αποτελούμενη από Σικυώνιους εξόριστους και μερικούς Αργείους κατέλαβε την πόλη. Την ίδια χρονιά (251 π.Χ.) η Σικυώνα εντάχθηκε στην Αχαϊκή Συμπολιτεία και ο Άρατος έγινε αρχηγός της. Την περίοδο διακυβέρνησης του Άρατου, η Αχαϊκή Συμπολιτεία έφτασε στην μέγιστη ακμή της. Μετά τον θάνατό του το 212 π.Χ. η Σικυώνα άρχισε να παρακμάζει. Το 146 π.Χ. καταστράφηκε από τους Ρωμαίους και το 87 π.Χ. λεηλατήθηκε από τονΣύλλα
Ηδη από την αρχαϊκή περίοδο η Σικυώνα διακρίθηκε στη γλυπτική, τη ζωγραφική και τη
μεταλλοτεχνία. Ο Σικυώνιος γλύπτης Κάναχος των τελών του 6ου αι. π.X. ήταν αυτός που εισήγαγε την κατασκευή κολοσσιαίων αγαλμάτων. Πολλοί άλλοι ονομαστοί γλύπτες ακολούθησαν και συνετέλεσαν στη διάδοση της φήμης της σχολής της γλυπτικής της Σικυώνας. Το όνομα του Κλέωνος Σικυώνιου (Κλέων Σικυώνιος εποίησεν) των αρχών του 4ου αι. π.X. μπορεί και σήμερα να το διακρίνει κανείς χαραγμένο στη βάση ενός από τους Ζάνες (αγάλματα του Διός στημένα αμέσως πριν από την είσοδο του σταδίου στην Ολυμπία), τα οποία κατασκευάζονταν με χρήματα από πρόστιμα που επιβάλλονταν σε αθλητές, οι οποίοι παραβίαζαν τους κανόνες των Ολυμπιακών Αγώνων και δέχονταν δωροδοκίες.
Αλλά και η ζωγραφική σχολή της Σικυώνας ήταν περίφημη στην αρχαιότητα. Σύμφωνα με την παράδοση, η ζωγραφική και το σχέδιο θεμελιώθηκαν και τελειοποιήθηκαν εκεί. Αρκεί να αναφερθεί ότι ο μεγαλύτερος ζωγράφος της αρχαιότητας, ο Απελλής (352-308 π.X.), ο αγαπημένος του Μεγάλου Αλεξάνδρου, σπούδασε στη Σικυώνα και πλήρωσε ένα μεγάλο ποσό στη σχολή για να φοιτήσει. H παράδοση λέει ότι το έργο του Απελλή στον ναό της Αρτέμιδος στην Εφεσο παρουσίαζε τον Αλέξανδρο να κρατάει κεραυνό προσομοιάζοντάς τον με τον Δία και τα δάχτυλα του χεριού που κρατούσε τον κεραυνό νόμιζε κανείς πως έβγαιναν από την εικόνα. H πολύ αξιόλογη καλλιτεχνική παράδοση της Σικυώνας διατηρήθηκε μέχρι τη ρωμαϊκή εποχή.
Οι γλύπτες Κλέωνας, Λύσιππος, Λυσίστρατος, Ευτυχίδης, Κάναχος και Πολύκλειτοςήτα από την Σικυώνα και οι ζωγράφοι Εύπομπος, Αιγηνήτης, Απελλής, Νεοκλής και Παυσίας. Ο ονομαστός, τρεις φορές ολυμπιονίκης, παλαιστής Σώστρατος, η ποιήτρια Πράξα, ο κωμωδιογράφος Αξιόπιστος, ο γεωγράφος Αρίσταρχος, ο συγραφέας Ξενοκράτης, ο συγγραφέας Διογένης, ο γεωγράφος Ηράκλειτος η ποιήτρια Πράξιλλα, η Λαϊδα ή Λαΐς η εταίρα και πολλοί άλλοι.
Ονομαστοί ήταν οι θησαυροί των Σικυώνιων στους Δελφούς και στην Ολυμπία. Έκοψε δικά της νομίσματα που είχαν στην μία όψη την Χίμαιρα και το Σ και στην άλλη ένα περιστέρι. Οι Σικυώνιοι συμμετείχαν στον τρωικό πόλεμο.
Την ελληνιστική λοιπόν Σικυώνα μπορεί κανείς να επισκεφθεί σήμερα. Ενας πανέμορφος αρχαιολογικός χώρος, στον οποίο δεσπόζει το ελληνιστικό θέατρο, που σώζεται σε πολύ καλή κατάσταση και έχει θέα προς τη θάλασσα. Εκτός από τη σκηνή, την ορχήστρα και τα εδώλια του θεάτρου, ιδιαίτερη εντύπωση προκαλούν οι δύο κεραμοσκεπείς δίοδοι μήκους 16 μέτρων, που βλέπει κανείς στα δύο άκρα που οδηγούν στο άνω διάζωμα και εξυπηρετούσαν την είσοδο και έξοδο των θεατών.
Εκτός από το θέατρο, η πόλη έχει να επιδείξει μία σειρά από κτίρια χαρακτηριστικά των ελληνιστικών πόλεων: ναό αφιερωμένο στην κεντρική θεότητα (Αρτεμη ή Απόλλωνα), στοά, βουλευτήριο, που ήταν το κέντρο της ελληνιστικής αγοράς, μεγάλο γυμνάσιο διαμορφωμένο σε δύο επίπεδα και στάδιο στα βορειοδυτικά του θεάτρου.
Οταν φτάσει ο επισκέπτης στην είσοδο του αρχαιολογικού χώρου εντυπωσιάζεται, καθώς αντικρίζει απέναντί του το κοίλο του θεάτρου και στα δεξιά του το τοπικό μουσείο. Το μουσείο αυτό είναι από τα πιο ωραία κτίσματα που μπορεί κανείς να φανταστεί. Είναι και αυτό ένα μνημείο, καθώς είναι το αρχικό πλινθόκτιστο υστερορρωμαϊκό λουτρό, του οποίου οι τοίχοι διατηρούνταν σε πολύ καλή κατάσταση και το κτίσμα αυτό μετατράπηκε σε μουσείο στα τέλη της δεκαετίας του 1930. H αυλή του, στην οποία έχουν τοποθετηθεί αρχαία, περικλείεται από πλινθόκτιστους τοίχους και έχει μία σιδερένια καγκελόπορτα, από την οποία μπορεί κανείς να δει το εσωτερικό της αυλής. Χάρμα οφθαλμών!
Οι ανασκαφές στη Σικυώνα άρχισαν στα τέλη του 19ου αιώνα από την Αμερικανική Σχολή Κλασσικών Σπουδών. Κατόπιν συνεχίστηκαν από την Αρχαιολογική Εταιρεία με τον A. Φιλαδελφέα (1920-26) και τον Αναστάσιο Ορλανδό (1935-41 και 1951-54). Πιο πρόσφατα (1984) ανασκαφικές έρευνες διεξήγαγε η πρώην έφορος Αρχαιοτήτων κυρία Π. Κρυστάλλη-Βότση. Υπεύθυνη για τις ανασκαφές όλου του αρχαιολογικού χώρου και της ευρύτερης περιοχής είναι η 4η Εφορεία Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων.
Μια σοβαρή ένδειξη της ακμής της αρχαίας αυτής πόλης κράτους είναι ο θησαυρός των Σικυωνίων (5ος αι. π.X.) στους Δελφούς, τον οποίο είναι δύσκολο να ξεχάσει όποιος επισκεφθεί τους Δελφούς.