Η Επιτροπή Γραμμάτων και Τεχνών του Πολιτιστικού Κέντρου Εργαζομένων ΕΥΔΑΠ μας καλεί να επισκεφτούμε τον αρχαιολογικό χώρο του Ραμνούντα στον Μαραθώνα το Σάββατο 24 Ιουνίου 2017
Αναχώρηση το πρωί 8.00 π.μ. από το Σύνταγμα, μπροστά στον Άγνωστο Στρατιώτη.
Επίσκεψη και ξενάγηση στον Αρχαιολογικό χώρο του Ραμνούντα. Φαγητό, καφές και μπάνιο στη Ν. Μάκρη. Και πιθανόν επίσκεψη στο Ιερό των Αιγυπτίων Θεών.
Αποχώρηση το απόγευμα 18.30 από Ν. Μάκρη.
Το κόστος συμμετοχής περιέχει την είσοδο στον χώρο, την ξενάγηση και την μεταφορά:
- 7€ για ενήλικες μέλη του ΠΚΕ
- 15 € για ενήλικες μη μέλη
- 5 € για παιδιά έως 18 ετών.
Απαραίτητα: αθλητικά παπούτσια, καπέλο και νερό.
Δηλώσεις συμμετοχής με ταυτόχρονη καταβολή της συμμετοχής έως την Παρασκευή 16 Ιουνίου 2017 στους συναδέλφους:
- Βάσω Καρέζου 210.214.4341 ΠΕΡΙΣΣΟΣ
- Όλγα Αντωνάτου 210.749.5213 ΛΑΟΔΙΚΕΙΑΣ
- Θεοδώρα Θεοδώση 210.214.4795 ΓΑΛΑΤΣΙΟΥ
- Ευαγγελία Λάμπρου 210.749.5641 ΣΑΤΩΒΡΙΑΝΔΟΥ
Θα τηρηθεί αυστηρά σειρά προτεραιότητας.
ΙΣΤΟΡΙΚΟ
Στα βορειοανατολικά παράλια της Αττικής και σε απόσταση δέκα περίπου χιλιομέτρων από τον Μαραθώνα, βρίσκεται η αρχαία πόλη του Ραμνούντα, ενός αγνώστου, δυστυχώς εγκαταλελειμμένου και σε άμεσο κίνδυνο, εξαιρετικά σημαντικού αρχαιολογικού χώρου.
Ας τα πάρουμε εξ αρχής. Ο Ραμνούς ήταν ο πιο απομακρυσμένος από τους αρχαίους δήμους της Αττικής ο οποίος λόγω της θέσης του προς το Νότιο Ευβοϊκό κόλπο, παρείχε ένα ασφαλές αγκυροβόλιο για τα αρχαία πλοία κοντά στα σημερινά χωριά Σέσι και Αγία Μαρίνα.
Η περιοχή του Ραμνούντα ήταν ξακουστή κατά την αρχαιότητα, όχι τόσο για το θέατρο του Λημναίου Διονύσου, όσο για το το περίφημο ιερό της Νεμέσεως το οποίο είναι και το σημαντικότερο ιερό της θεότητας στον ελλαδικό χώρο! Πολύ κοντά βρίσκεται στο ιερό βρίσκεται και το φρούριο του Ραμνούντα.
Ραμνός στα αρχαία Ελληνικά σημαίνει θάμνος από όπου και πήρε το όνομα της αυτή η περιοχή της Αττικής, όπου οι προγονοί μας λάτρευαν τις θεές (Νέμεση- Θέμιδα). Η θεά μοιάζει πολύ με την Άρτεμη και ίσως να αντιπροσώπευε μια τοπική της μορφή. Έχουν βρεθεί κομμάτια από λουτροφόρους που ξέρουμε ότι είχαν νεκρική χρήση, χθόνια σημασία, όπως χθόνια ήταν η φύση της θεάς. Η λατρεία της Νεμέσεως συνδεόταν αρχικά τόσο με την φύση όσο και με τους νεκρούς.
Στον Όμηρο η Νέμεσις δεν αναφέρεται ως θεά, αλλά ως εθιμική ανάγκη τιμωρίας των ασεβών. Στον Ησίοδο παρουσιάζεται ως κόρη του Ωκεανού και της Νυχτός, τη σύντροφο της Αιδούς και της Θέμιδος.
Σύμφωνα με τον μύθο, κυνηγημένη από τον Δία, η Νέμεσις μεταμορφώνεται σε κύκνο. Ο Δίας θα πάρει και αυτός τη μορφή κύκνου και θα ενωθεί μαζί της στον Ραμνούντα. Από το αυγό που γέννησε η Νέμεσις βγήκε η Ελένη. Αυτός ο ιδρυτικός μύθος του ιερού ενισχύεται από την ανάγλυφη παράσταση στη βάση του αγάλματος της θεάς. Η Λήδα, θετή μητέρα της Ελένης, εμφανίζεται να την οδηγεί στην πραγματική της μητέρα, τη Νέμεση.
Το όνομα της (από το «νέμειν») δηλώνει αυτήν που παρέχει δώρα στους λατρευτές της. Σημαίνει όμως και τη δίκαιη θεϊκή οργή που στρέφεται σε όποιους θνητούς καταπατήσουν την τάξη της φύσης και διέπραξαν ύβρη. Όταν η Θέμις (δηλαδή η κοσμική τάξη) περιφρονείται, τότε επέρχεται η Νέμεσις (δηλαδή η τιμωρία των αλαζόνων).
Υπό το πρίσμα αυτό ερμηνεύτηκε η ήττα των Περσών στον Μαραθώνα. Οι Πέρσες έφεραν μαζί τους ογκόλιθο παριανού μαρμάρου, για να στήσουν το τρόπαιό τους, σίγουροι για την τελική νίκη τους. Γι’ αυτό τιμωρήθηκαν και τελικά το μάρμαρο χρησιμοποιήθηκε τελικά για το άγαλμα της Νεμέσεως στον Ραμνούντα από τους Έλληνες.
Ο μικρός ναός που σώζεται σήμερα διαδέχτηκε έναν παλαιότερο πώρινο. Ο αρχαιότερος όμως ναός του ιερού της Νέμεσης είναι ένα κτήριο των αρχών του 6ου αιώνα π.Χ., από το οποίο σώζονται λείψανα λακωνικής κεράμωσης.
Το φρούριο του Pαμνούντος είναι κτισμένο πάνω σε λόφο, που στο βόρειο μέρος του βρέχεται από τη θάλασσα, και περιβάλλεται από ισχυρό τείχος, μήκ. 800 μ. περίπου, κατασκευασμένο από μεγάλες μαρμαροπλίνθους. Η κύρια πύλη του, που βρίσκεται στη νότια πλευρά του, προστατεύεται με δύο ορθογώνιους πύργους. Πύργοι υπάρχουν επίσης κατά διαστήματα κα στις άλλες πλευρές. Το φρούριο χωρίζεται σε δύο μέρη, το πάνω, την ακρόπολη όπου ήταν οι στρατιωτικές εγκαταστάσεις, και το κάτω, όπου υπήρχαν τα δημόσια και ιδιωτικά κτίρια. Η κατασκευή του ολοκληρώθηκε στις τελευταίες δεκαετίες του 5ουαι. π.X. και προορισμός του ήταν η εξασφάλιση στους Αθηναίους της ελεύθερης ναυσιπλοΐας στον Ευβοϊκό κόλπο και της ανεμπόδιστης μεταφοράς των σιτοφορτίων από την Εύβοια στην Αθήνα. Τη φρουρά του αποτελούσαν νεοσύλλεκτοι Αθηναίοι και ξένοι μισθοφόροι στρατιώτες.
Η περιοχή του Ραμνούντα κατοικείται συνεχώς από τη νεολιθική περίοδο. Ο Ραμνούς αναφέρεται από τον γεωγράφο Σκύλακα ως σημαντικό οχυρό. Το ιερό του είχε αποκτήσει μεγάλη φήμη. Ο αρχαϊκός ναός της Νεμέσεως καταστράφηκε από τους Πέρσες κατά την εισβολή του 480/479 π.Χ. όπως και τόσα άλλα κτίσματα της Αττικής.
Το 322 π.Χ. ο ναύαρχος του Μακεδονικού στρατού Κλείτος αποβίβασε στρατό στο Ραμνούντα. Από εκεί τον εκδίωξε ο Φωκίων που κατέλαβε το φρούριο. Το 296 π.Χ. το φρούριο το κατέλαβε ο Δημήτριος ο Πολιορκητής. Στους ελληνιστικούς χρόνους αρχίζει η παρακμή. Ο Πλίνιος αναφέρει ότι επισκέφτηκε το Δήμο του Ραμνούντα στα μέσα του 1ου αι. μ.Χ. Για το ναό του Ραμνούντα ενδιαφέρθηκε και ο Ηρώδης ο Αττικός που ίσως χρηματοδότησε την επισκευή του. Ο τόπος εγκαταλείπεται σταδιακά, αλλά μέχρι τον 4ο αι. μ.Χ. οι ναοί της Νέμεσης εξακολουθούν να διατηρούνται. Στα τέλη του 4ου αι. μ.Χ. τοποθετείται η καταστροφή του αγάλματος της θεάς από τους χριστιανούς.
Η λατρεία του Ήρωος Aρχηγέτου μας είναι γνωστή από επιγραφές που βρέθηκαν. H παλαιότερη είναι του 6ου αι. π.X. και η νεώτερη του 184/3 π.X. Το ιερό του μ ικρό οικοδόμημα στο φρούριο, ήταν ταπεινό και χωρίς πολυτέλειες.
Η λατρεία του Ερμού γνωστή από επιγραφές, μαρτυρείται από τον 6ο αιώνα, όπως επίσης του ∆ιονύσου που είχε σημαντικό ιερό στο οποίο στήνονταν ψηφίσματα. Ιδιαίτερα τιμούσαν οι στρατιωτικοί τον ∆ία Σωτήρα και την Αθηνά Σωτήρα, κυρίως από τον 3ο αι. π.X. έως τις πρώτες δεκαετίες του 1ου αι. Σ αυτές τις δύο θεότητες αφιέρωναν οι στρατιωτικοί του φρουρίου τις νίκες τους στη λαμπαδηδρομία στα ∆ιογένεια και τα Πτολεμαία της Αθήνας.
H ∆ήμητρα και η Kόρη ήσαν επίσης δυο θεότητες που λατρεύονταν από τον 5ο π.X. αι. Άλλες λατρείες, από τον 3ο αι. και κατόπιν, είναι της Ίσιδος και του Σαράπιδος. Tη λατρεία τους την καθιέρωσε στο φρούριο ια ομάδα Αθηναίων, το κοινόν των Σαραπιαστών. Αρκετά νεώτερη είναι η λατρεία της Αγδίστεως, του 83 π.X., η οποία συνεχίστηκε και στους πρώτους εταχριστιανικούς αιώνες Γύρω από το γυνάσιο και το θέατρο υπάρχουν αρκετά οικοδομήατα, ιδιωτικά και δημόσια ερευνημένα τον περασμένο αιώνα. Σ αυτή την περιοχή βρίσκεται το ιερό του ∆ιονύσου και του Ήρωος Aρχηγέτου και τα δημόσια κτίρια.
Οι πρώτες ανασκαφές στο Ραμνούντα έγιναν από τους Dilettanti το 1813 και από τον Δημ. Φίλιο το 1880. Στο διάστημα ανάμεσα στο 1890 και το 1892 διενεργήθηκαν ανασκαφές στο χώρο από τον Β. Στάη κατά τη διάρκεια των οποίων ήρθαν στο φως το ιερό, το φρούριο και πολλοί ταφικοί περίβολοι. Το 1958 πραγματοποιήθηκε μια σύντομη έρευνα από τον Ε.. Μαστροκώστα. Από το 1975 ο ο αρχαιολογικός χώρος του Ραμνούντα ανασκαπτόταν περιστασιακά, με χρηματοδότηση της Αρχαιολογικής Εταιρείας.
Και ερχόμαστε στο σήμερα. Δυστυχώς ο χώρος βρίσκεται σε πλήρη παρακμή. Είχα την τύχη να επισκεφθώ τον χώρο την τελευταία ημέρα της λειτουργίας του όπως κατά τύχη ενημερώθηκα την 21/11/2014. Θα λειτουργήσει όπως μάθαμε σε ένα χρόνο περίπου όταν βρεθούν χρήματα για φύλακες…
Ακόμα και πρίν όμως, οι επισκέπτες μπορούσαν να επισκεφθούν από το σύνολο των 2.500 στρεμμάτων, που καλύπτει και την υπέροχα διατηρημένη αρχαία πόλη, μόνο ένα μικρό τμήμα της -σε ευθεία καλύπτει περίπου 600 μ, όπου βρίσκονται οι ναοί της Θέμιδος και της Νεμέσεως. Η τειχισμένη πόλη δεν είναι προσβάσιμη, λόγω των ανασκαφών που δεν γίνονται….!!!